Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Από μια άλλη οπτική γωνία 5


Οι χρυσούχοι είχαν πιάσει δουλειά, δεν υπήρχε ούτε ένας από τους φοιτητές της Ερμιόνης ή γενικά από ολάκερο το πανεπιστήμιο και ούτε ένας από τους εργάτες που να χαν ενωθεί μαζί τους που να μην είχε νιώσει την ράβδο των χρυσούχων. Μάλιστα, ήταν τέτοια η λύσσα τους που πέρα από τα ξόρκια δακρυγόνων και το «Γκλοπιους» που ήταν γνωστό ξόρκι ξύλου εμπνευσμένο από την ιτιά που δέρνει, ακούγονταν και κάποιες βασανιστικές κατάρες. Οι οποίες ήταν σαφώς απαγορευμένες όταν στρέφονταν κατά του υπουργείου αλλά καλά καλυμμένες όταν προέρχονταν από αυτό . ο Νέβιλ Λογκμπότομ αν και του είχε ήδη ανοίξει το κεφάλι έτρεχε να βοηθήσει όσους μπορούσε και να τους εμψυχώσει με τη γνωστό αφελές του θάρρος. Η Ερμιόνη απέκρουε τις επιθέσεις αλλά είχε γονατίσει πλέον δίπλα σε μια νεαρή της φοιτήτρια που παρακαλούσε απεγνωσμένα να σταματήσουν οι χρυσούχοι. Ο Ολιβάντερ γνωστός ραβδοποιός και μεγάλο-κεφαλαιούχος ήταν εκείνος που εξόπλιζε τα τελευταία χρόνια τους χρυσούχους με τις πανοπλίες τους και τις μαγικές ασπίδες που της περιέλαβαν. Γενικά, υπήρχε τα τελευταία χρόνια η υπόνοια ότι το μαγικό εργατικό κίνημα προετοίμαζε μια μεγάλη διαδήλωση. Η μη απόδοση δικαιοσύνης και η χρόνια κρίση που ταλάνιζε των μαγικό κόσμο καθώς η τράπεζα Γρινγουολντ είχε εκτεθεί στην αγορά ομολόγων του κόσμου των Μαγκλ , με προτροπή της υπουργού πλέον Άλντριτζ έκανε την μαγική κοινωνία καζάνι που βράζει. Με αυτή τη λογική λοιπόν, είχε δημιουργηθεί μια διαρκής επιτροπή που μάλιστα είχε προτείνει και την επαναφορά των θανατοφάγων για την πρόληψη των επεισοδίων που θα έρχονταν. Κανείς δεν περίμενε βέβαια ότι θα γινόταν τόσο σύντομα και η Ερμιόνη Γκρέηντζερ σε μια απλή διάλεξη της θα έφερνε 100.000 μάγους στο δρόμο μπροστά από το υπουργείο.


Από την άλλη μεριά, κανείς δεν περίμενε και την έκρηξη στα γραφεία του ημερήσιου προφήτη. Ο Τάιλερ και ο Χάρρυ είχαν φύγει αρκετά μακριά από τα επεισόδια πλέον αλλά ο Ντάρντεν  επέμενε πως ο Χάρρυ έπρεπε να γυρίσει στα επεισόδια και με την πυγμή του να δείξει πως ήταν ακόμα εδώ. Πίστευε πως το ελάφι, ο προστάτης του Χάρρυ και πάλαι ποτέ του καθηγητή Σνέιπ ήταν αρκετός για να αναγνωριστεί ξανά ως ο μεγαλύτερος μάγος και αυτός που έκανε πράγματι κουμάντο στην μαγική τους κοινωνία. Άλλωστε, αυτό πίστευε και ο Χάρρυ από την στιγμή που επανεμφανίστηκε ο Χέντβιχ είχε καταλάβει πως ήταν καιρός να αφήσει την προπονητική και να ασχοληθεί με την πολιτική. Δεν άντεχε να βλέπει άλλο τον Ντέιβιντ  Μόγες υπουργό παιδείας στην Αγγλία των Μάγκλ και εκείνος ακόμα να προπονεί άτομα που στο Κουίντιτς δεν θα τον έφταναν ποτέ.

Η ατμόσφαιρα ήταν ήδη αποπνικτική από τα ξόρκια δακρυγόνων και κρότου λάμψης, ουσιαστικά το κίνημα είχε ήδη ηττηθεί απλά τώρα τα σκυλιά των αφεντικών έπαιρναν εκδίκηση. Όσο πιο πολύ ξύλο έριχναν τόσο πιο άντρες ένιωθαν. Γενικά η κοινωνία των μάγων είναι πιο ελευθεριακή όσον αφορά το σεξ. Οι μάγισσες έχουν επίγνωση του σώματος τους και για αυτό κάνουν συχνά ότι θέλουν για την απόλαυση τους με αποτέλεσμα οι άσχημοι και δούλοι χρυσούχοι να μην βρίσκουν ποτέ γκόμενα, μάλιστα σύμφωνα με την Ρόουλινγκ η ομοφυλοφιλία δεν νοείται στο μαγικό κόσμο οπότε οι χρυσούχοι βρίσκονταν σε μια κατάσταση χειρότερη και από τους μοναχούς της Opus Dei . ξαφνικά ένα «καλώ τον προστάτη» ακούστηκε από τα σκαλιά του μεγάρου όπου στεγάζεται το υπουργείο μαγείας. Ο Χάρρυ στεκόταν στο κεφαλόσκαλο και το ελάφι του ακριβώς μπροστά καθώς ένα μεγαλειώδες λευκό κύμα μαγείας εκτεινόταν σε όλο το μήκος της διαδήλωσης μέχρι τη Σταδίου (not). Όμοιο του είχε να δει ο κόσμος γενικά, χρόνια ολόκληρα. χρυσούχοι διαλύθηκαν και έτρεξαν να κρυφτούν όπου μπορούσαν ενώ ήδη διαδηλωτές τους καταδίωκαν παντού. Η Ερμιόνη κοίταξε το Χάρρυ με εκείνο το βλέμμα ευγνωμοσύνης και βαθέως σεβασμού που του έριχνε κάθε φορά που γλίτωναν από μια περιπέτεια. Ανέβηκε τα σκαλιά και τον αγκάλιασε καθώς ο κόσμος είχε ήδη μπει στο υπουργείο και έσερνε την Άμπριτζ έξω από το κτίριο. Ο Λογκμπότομ σήκωνε το χέρι του Χάρρυ στον αέρα και έλεγε « ιδού, ο μεγαλύτερος μάγος όλων των εποχών και ο νέος υπουργός μαγείας.» Το πλήθος ζητωκραύγαζε για την απρόσμενη νίκη και ο Χάρρυ χαμογελούσε αμήχανα, ενώ ο Τάιλερ κρυμμένος στο πλήθος είχε ένα αυτάρεσκο μειδίαμα.

Η πόλη ήταν αφιλόξενη για ανθρώπους σαν την Άμπριτζ ή τον Ολιβάντερ και προπαντός για τα ξωτικά του Γρινγουολντ. Τα ξωτικά είχαν συνάψει πριν κάποια χρόνια ένα πολύ σύνθετο πακέτο ομολόγων και CDS με την Goldman Sachs, όπου προέβλεπε πως το χρέος από τα δάνεια που έδινε στους αγρότες της υπαίθρου της κοινωνίας των μάγων θα συμψηφιζόταν με το χρέος των στεγαστικών δανείων των πολιτειών της Καλιφόρνια και του Νέου Μεξικού στην Αμερική όπου οι κατασκευαστικές είχαν θέσει ως αξία ίση με εκείνης του συνόλου της παραγωγής μανδραγόρα και άλλων γεωργικών προϊόντων της μαγικής κοινωνίας. Προφανώς αυτό το δάνειο ήταν ασύμφορο για τους μάγους και σίγουρο πως δεν θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί ποτέ. Παρόλα αυτά οι Μαγκλ ποντάροντας στην δικαιολογημένη εν μέρει εσωστρέφεια και κρυψίνοια των μάγων, όπως και των X-men πίστευε πως οι μάγοι θα το αποπλήρωναν με σκοπό να μην τους δώσει η Goldman Sachs  και οι Μαγκλ στη γνωστή τους παράνοια για το ιδεολόγημα της επίθεσης στην πατρίδα και της άμυνας του εδάφους τους επιτίθονταν σους μάγους. Ο Χάρρυ διακήρυξε πως θα γινόταν έρευνα για αυτό το ομόλογο και πως όλοι οι υπεύθυνοι θα οδηγούνταν μπροστά στη δικαιοσύνη, παράλληλα το ραβδί θα έφτανε στο κόκκαλο και για τις περιπτώσεις του Σνέιπ και τους Σείριου Μπλακ.

Όμως, η έκπτωτη αστική τάξη είχε με το μέρος της κάποιους από τους θανατοφάγους και όλους τους παράφρονες. Με αυτή τη δικαιολογία και την κλασσική παπάτζα της ασφάλειας από τους εξωτερικούς κινδύνους ο Χάρρυ σε συνεργασία με τον Τάιλερ που έιχε αναλάβει άτυπα χρέη υφυπουργού διέταξε όλο τον πληθυσμό να έρθει στο Λονδίνο το οποίο περιέλαβε με μαγικά ξόρκια προστασίας πιο πολύ για να μην φύγει ο πληθυσμός παρά για να μην μπουν οι παράφρονες. Στη συνέχεια χώρισε τους πολίτες σε ένα σύστημα σαν τις ινδικές κάστες. Η Πρώτη κατηγορία δεν είχε δικαίωμα απόκτησης περιουσίας και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να δουλεύει στα εργοστάσια και να κοιμάται στους κοιτώνες που έχτισε η ίδια. Η δεύτερη κατηγορία ήταν οι στρατιώτες που ρύθμιζαν την έννομη τάξη και έκαναν περιπολίες στην ύπαιθρο που είχε κολλεκτηβοποιηθεί με το ζόρι για κανέναν αντάρτη που τους ενημέρωνε ο Χέντβιχ με τις καθημερινές πτήσεις του. Προφανώς δεν τα έβαλαν ποτέ με τους παράφρονες. Ούτε ο Ολιβάντερ και η ομάδα του ήταν έτοιμη για αντιπαράθεση ούτε ο Πόττερ την επιζητούσε.  Η Τρίτη κατηγορία όπου άνηκαν μόνο όσοι είχαν φοιτήσει στο Χόγκουαρτς είχε το δικαίωμα να κάνει ότι θέλει αρκεί να μην αμφισβητούσε τον Ποττερισμό, όπως είχε ονομαστεί . Προφανώς και αυτά ήταν προσωρινά μέτρα μέχρι να εξαλειφτεί ο κίνδυνος. Είχε ανασταλεί επίσης η λειτουργία του πανεπιστημίου και είχε ήδη πνιγεί στο  αίμα μια μικρή εξέγερση των χωρικών του Μίλγουολ που αρνούνταν την υποχρεωτική παράδοση των χωραφιών τους στο Υπουργείο.

Όλα αυτά είχαν δυσαρεστήσει  την Ερμιόνη αλλά πίστευε ακόμα σε αυτό που είχε γνωρίσει στο Χόγκουαρτς, δεν πίστευε ότι ο Πόττερ ήταν κάποιου είδους πατερούλης. Ήξερε τον φίλο της. Επίσης πίστευε πως και ο τάιλερ, που την είχε γοητεύσει από την πρώτη μέρα και από τότε ήταν όλη μέρα μαζί έν αγνοία φυσικά του Ρον ( σιγά μην σας γράψω και ερωτική σκηνή με την Έμμα την Γουότσον) είχε καλές προθέσεις παρόλα αυτά πίστευε πως τα πράγματα δεν όδευαν προς το καλύτερο αλλά μάλλον προς το χειρότερο. Οι μισθοί πλέον είχαν αποκατασταθεί μόνο για τις δύο μεγαλύτερες κατηγορίες, ενώ η βάση δούλευαν σαν δούλοι στην ουσία.

Διάφορα βογγητά ακούγονταν από το δωμάτιο. Ένας κοκκινομάλλης έπαιρνε από πίσω μια κοκκινομάλλα την ώρα που της τράβαγε τα μαλλιά, με αποτέλεσμα εκείνη να γέρνει το πάνω μέρος του κορμού της προς το μέρος της και εκείνος να την φιλάει στο λαιμό. Τα σαρκώδη χείλια της ήταν μονίμως ανοιχτα καθώς δεν μπορούσε να συγκρατήσει την ηδονή από την ασυγκράτητη ορμή του παρτενέρ της. Ξαφνικά ακούστηκε ένας δυνατός κρότος. Η πόρτα έπεσε και εισέβαλαν στο δωμάτιο μια ομάδα 5 μάγων – στρατιωτών. «Τζίνυ Ουέσλι και Ρον Ουέσλι συλλαμβάνεστε κατ’ εντολή της αυτού μεγαλειότητας υπουργού μας και πατέρα της φυλής μας των μάγων, Χάρρυ Πόττερ.». Σε μια ώρα η Τζίνι και ο Ρον περιφέρονταν γυμνοί μπροστά σε όλο το μαγικό Λονδίνο. Ο Τάιλερ Ντάρντεν στο κεφαλόσκαλο του υπουργικού μεγάρου φώναξε « Στο Αζκαμπαν». Αυτό ήταν η Ερμιόνη έβαλε τα καλά της και πήγαινε να μιλήσει στον Χάρρυ Πόττερ.



Συνεχίζεται…

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Από μια άλλη οπτική γωνία… 4



Ο Χάρρυ καθόταν εξοργισμένος, στο κάθισμα του συνοδηγού, στο κόκκινο κάμπριο με το οποίο είχε έρθει να τον πάρει από το αεροδρόμιο ο κ. Ντάρντεν. Είχε αφήσει σύξυλο τον παλιό του, κοκκινοτρίχη φίλο Ρον που τον περίμενε από την άλλη έξοδο του αεροδρομίου.  Κάπνιζε νευρικά κάτι μπλε Lucky Strike και το μόνο που έλεγε συχνά πυκνά από μέσα του και από έξω του, χωρίς να ξέρει πότε κάνει το ένα και πότε το άλλο ήταν : «θα την σκοτώσω την Σκίτερ» . Ο Τάιλερ δίπλα του δεν μίλαγε και απολάμβανε το καλοκαιρινό Λονδίνο που χε ήλιο, πράγμα ιδιαίτερα αξιοπερίεργο για την εποχή και για οποιαδήποτε άλλη εποχή στο Λονδίνο. Τον πήγε στο μικρό διαμέρισμα που χε στο Φούλαμ και τον έβαλε να κάτσει σε κάτι καθίσματα μιας παλιάς Κάντιλακ που χε για καναπέ. Του έβαλε μια αρκετά μεγάλη δόση ουίσκι και του έφερε ένα τασάκι. Αμέσως μετά, απλώς του είπε να πάει να βρει την Ρίτα Σκίτερ και να μάθει τί ζητούσε από αυτόν και τι άλλο ξέρει. Ο Χάρρυ δεν είχε καν την δύναμη να φυσάει και να ξεφυσάει. Ήξερε ότι από τότε που γύρισε ο Χέντβιχ σήμαινε πως τα πράγματα έπαιρναν την παλιά τροπή. Εκείνη που ο κόσμος των μάγων είχε ξεχάσει εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Το κακό είχε επιστρέψει και τα τέρατα δεν  ήταν πλέον απλώς καθημερινά, έπαιρναν μυθολογικές διαστάσεις. Έκατσε άλλο λίγο σπίτι του Ντάρντεν, καταχράστηκε όσο Haig είχε στο ντουλάπι του και έφυγε για τα γραφεία του ημερήσιου προφήτη, αφού πρώτα υποσχέθηκε στον καινούριο φίλο του ότι θα τον έπαιρνε τηλέφωνο αν γινόταν τίποτα περίεργο. 

Ο Χάρρυ μπήκε στο γραφείο της, απόλυτα σοβαρός και έχοντας κάνει μεγάλη προσπάθεια να μην δείχνει θυμωμένος και μεθυσμένος. Εκείνη, η ακούραστη ρεπόρτερ που ειδικευόταν στον κίτρινο τύπο, είχε ένα αυθάδες χαμόγελο, αλαζονικό θα έλεγε κανείς, την ώρα που απέναντι της στεκόταν ο μεγαλύτερος μάγος όλων των εποχών σύμφωνα με την δική της ετυμηγορία, εκείνη την παλιά μέρα που πριν από δεκαπέντε χρόνια είχε σκοτώσει τον Βόλντεμορτ και γιορταζόταν την τελευταία 15ετία με κάθε λαμπρότητα στον κόσμο των μάγων.

-          Κάτσε Χάρρυ, του είπε.
-          Θέλω να μιλήσουμε Σκιτερ και θέλω να μου υποσχεθείς ότι δεν μας ακούει κανείς.
-          Ναι καλέ, μην σε νοιάζει αυτό. Αυτό το γραφείο προστατεύεται από ένα ειδικό ξόρκι. Είναι πλήρως ηχομονωμένο. Και να με σκοτώσεις δεν θα το καταλάβει κανείς. Είπε χαζογελώντας.
-          Τι ξέρεις Ρίτα ;
-          Αχ, ακόμα δεν κατάλαβες τίποτα Χάρρυ. Ξέρω τα πάντα και τα ξέρω από πρώτο χέρι. Η Τζίνυ μου τα είπε. Δεν σε αντέχει άλλο. Ξέρω τι κάνει με τον αδερφό της στο σπίτι των Ουέσλι στην εξοχή. Ξέρω πόσο δύσκολο σου είναι να μην πίνεις συνεχώς και να την πηδάς. Και είναι καλό κομμάτι η Τζίνυ εδώ που τα λέμε αλλά μήπως η καλή μας καθηγήτρια είναι καλύτερο ; Έ, Χάρρυ ;
-          Τι θες για να με αφήσεις ήσυχο ;
-          Η αλήθεια είναι πως αν ερχόσουν πριν μια ώρα θα ζήταγα λεφτά. Πράγμα που θα σου ήταν εύκολο μιας και έχεις τόσα. Αλλά τώρα άλλαξαν τα πράγματα Χάρρυ. Έμαθα ποιος σε επισκέφτηκε προχθές στο Γκόντρικς Χόλλοου. Ώστε ο χέντβιχ ζει.
-          Ποιος σου το είπε αυτό ;
-          Ο Ποντικοουράς φυσικά και μάλιστα μου είπε και ποιος πραγματικά είσαι Χάρρυ. Ξέρεις τώρα είναι ζήτημα ασφάλειας να τα πω όλα. Τώρα όλος ο θησαυρός των ξωτικών* δεν σε σώζει. 

Μόλις το άκουσε αυτό, ο Χάρρυ χλόμιασε. Δεν περίμενε ποτέ ότι το μυστικό του θα εμφανιζόταν. Δεν περίμενε ποτέ ότι αυτός ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος του μαγικού κόσμου θα μπορούσε να βρει τέτοια στοιχεία. Περίμενε ότι ο ποντικοουράς δεν θα τολμούσε κάτι τέτοιο ποτέ. Για τόσο φοβισμένο, για τόσο δουλικό για τόσο ανθρωπάκι τον είχε, να που όμως κατάφερε να ορθώσει ανάστημα. Τι άραγε να του είχε τάξει η Σκίτερ. Δεν είχε άλλη επιλογή. «αβράντα κατάμπρα, φτου, αμπράντα κατάβρα» είπε. Προφανώς ήταν αρκετά μεθυσμένος για να πει σωστά την κατάρα. Η Ρίτα γέλασε, δεν τον περίμενε τόσο αξιοθρήνητο. Περίμενε ότι η άφιξη της κουκουβάγιας του θα τον είχε δυναμώσει. Να που όχι όμως. « το πιο ωραίο Χάρρυ είναι ότι τον ποντικοουρά δεν τον βρήκα εγώ. Η γυναίκα σου τον βρήκε και μάλιστα πιστεύω πως ξέρεις πως τον δελέασε και τι έκαναν μαζί για να της πει και να μου μεταφέρει την πραγματική σου ταυτότητα.». Ο Χάρρυ δεν μπορούσε να αντέξει και αυτή την προδοσία. Ήξερε ότι έπρεπε να κάνει κάτι αλλά είχε ήδη σωριαστεί στον καναπέ με την Σκιτερ από πάνω του να τον περιπαίζει. Ξαφνικά, άνοιξε η πόρτα. Ήταν αυτή η γνωστή φυσιογνωμία με το κόκκινο δερμάτινο μπουφάν, τα ray ban και ένα τσιγάρο να κρέμεται χαλαρά από τα χείλια του που στόχευσε, με ένα colt την καρδιά της Σκίτερ. Η γνωστή δημοσιογράφος δεν πρόλαβε να τον κοιτάξει και ήταν ήδη νεκρή. «Σήκω πάνω θα δούμε τι θα κάνουμε» είπε ο Τάιλερ και σήκωσε όρθιο τον Χάρρυ.

Την ίδια ώρα κάτω από το παράθυρο του κτιρίου ακούγονταν συνθήματα. « ο Σείριος ζει και σπέρνει εφιάλτες σε Μαγκόναγκαλ και γραφειοκράτες.», «είμαστε όλοι εδώ του Σνέιπ εγγόνια, ο ορός αλήθειας δεν υπάρχει ακόμα». « χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά, μαγκλ μπορείς χωρίς αφεντικά». Και άλλα που όμως η Ερμιόνη που ήταν μπροστά τα σταμάτησε αμέσως, λόγο του σεξιστικού τους χαρακτήρα όπως « Τα βυζιά της Τζίννυ δεν έχουν σιλικόνη, χρυσούχοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Άσε που το συγκεκριμένο δεν είναι και ακριβές. Η Τζίννυ είχε κάνει παλαιότερα εμφύτευση με εξαιρετικά αποτελέσματα, άλλωστε είχε πείσει τον Χάρρυ να πληρώσει αρκετά χρήματα για εκείνη την επίσκεψη στον χειρούργο. Μάλιστα, τα έδειχνε με περηφάνια σε κάτι διακοπές που έκανε τόπλες στην Ίμπιζα και είχαν ξαμοληθεί διάφοροι παπαράτσι για να τα αποθανατίσουν και να τα πουλήσουν μετά στους αναγνώστες της Αυριανής, του Paris Match και της Sun.

Αμέσως μετά την θυελλώδη διάλεξη της Ερμιόνης εκείνη την ημέρα στο πανεπιστήμιο, όλοι οι φόβοι των αστών μάγων για την ανώτατη εκπαίδευση είχαν επιβεβαιωθεί. Μετά από ένα παρατεταμένο χειροκρότημα της καθηγήτριας τους, οι σπουδαστές της ξεχύθηκαν και στις υπόλοιπες αίθουσες και ξεσήκωσαν και τους συναδέλφους τους. Σε λίγη ώρα το πανεπιστήμιο τελούσε υπό κατάληψη. Όλοι σχεδόν οι καθηγητές είχαν κλειδωθεί σε μια αίθουσα εκτός φυσικά της Ερμιόνης που ανήσυχη έτρεχε δεξιά και αριστερά. Στο τυπογραφείο τυπώνονταν ήδη οι πρώτες προκηρύξεις και μια μπροσούρα που χε πρόχειρα γράψει η Ερμιόνη με λίγη βοήθεια από τη μαγική της πένα σε μόλις  ένα τέταρτο με τίτλο : « Η νέα κοινωνία». Ήδη στο προαύλιο φτιάχνονταν τα πρώτα πανό. « Μαγκόναγκαλ παραιτήσου». «τιμή και δόξα στον Σείριο Μπλακ». Η υπόθεση δολοφονίας του ακόμα δεν είχε διαλευκανθεί καθώς στη δίκη έγιναν τα αδύνατα δυνατά για την συγκάλυψή της. Αλγεινή εντύπωση είχε προκαλέσει το γεγονός πως ο βασικός μάρτυρας Χάρρυ πότερ δεν είχε καταθέσει καν. Παράλληλα με όλα αυτά ήδη είχαν δημιουργηθεί οι πρώτε πολιτοφυλακές και κατέφθαναν όλο και περισσότεροι εργάτες από το γειτονικό εργοστάσιο κατασκευής ραβδίων του Ολιβάντερ στο κέντρο αγώνα που είχε εξελιχθεί το πανεπιστήμιο. σε λίγο θα ξεκίναγε η μεγαλύτερη πορεία και η πιο ριζοσπαστική με διάθεση σύγκρουσης που είχε ζήσει ο κόσμος των μάγων, μην πούμε και ολόκληρο το Λονδίνο. Προορισμός το υπουργείο μαγείας και στη συνέχεια η έφοδος στο Χόγκουαρτς. Το Χόγκουαρτς πάντα ήταν τα «χειμερινά ανάκτορα» του κόσμου των μάγων. Όποιος το είχε υπό τον έλεγχο του είχε και την μαγική κοινωνία. Η Ερμιόνη φυσικά πρώτη μπροστά με τον Νέβιλ Λογκμπότομ δίπλα της, γενικό γραμματέα της ΟΜΕ (ομοσπονδία μάγων εργατών). Όλοι είχαν τα ραβδιά τους έτοιμα, το υπουργείο μαγείας θα ήταν δικό τους σε λίγο με κάθε κόστος. Το μόνο που φόβιζε την ψυχή της εξέγερσης, την Ερμιόνη ήταν πως αν και οπαδός της άμεσης δράσης, πίστευε πως η εξέγερση κινδύνευε από τον πρώιμο και αυθόρμητο χαρακτήρα της ειδικά από τη στιγμή που κανείς δεν ήξερε της διαθέσεις των αγροτών της υπαίθρου και του διεθνούς μαγικού προλεταριάτου.

Το γραφεία του ημερήσιου προφήτη ήταν ακριβώς απέναντι από το υπουργείο μαγείας. Η πορεία μόλις είχε στρίψει στη γωνία και ήταν έτοιμη να εισβάλει στο υπουργείο. «Αυτό είναι» είπε ο Τάιλερ. « ο καλύτερος τρόπος να κρύψεις μια σφαίρα είναι μια έκρηξη και ο καλύτερος τρόπος να κρύψεις μια έκρηξη, είναι μια πορεία. Σήκω φεύγουμε». Ο Χάρρυ που δεν καταλάβαινε και πολλά τον ακολούθησε στο παρκινγκ και έκατσε  στο κάμπριο του. Ο Τάιλερ κουβάλησε εκατοντάδες σαπούνια στις βάσεις κάθε κολόνας που στήριζε τους από πάνω 13 ορόφους του Προφήτη. Τα συνέδεσε με κάτι ηλεκτρόδια και έφυγε με ταχύτητα από την άλλη λεωφόρο πίσω από το κτίριο και όχι από τη μεριά που ήταν η πορεία. Όταν απομακρύνθηκαν αρκετά είπε: « άσε τη γλυκερίνη να κάνει τη δουλειά μας» και πάτησε τον πυροκροτητή που κρατούσε στο χέρι του.

Ένα ωστικό κύμα έριξε κάτω την Ερμιόνη. Τα αυτιά της βούιζαν και η όραση της ήταν θολή. Όλο ο κόσμος γύριζε γύρω γύρω και εκεί που ακούγονταν οι ενθουσιώδεις κραυγές νίκης και τα συνθήματα, τώρα υπήρχε μόνο πόνος και απόγνωση. Κανείς δεν κατάλαβε από πού ήρθε όλο αυτό. Σε ένα λεπτό θα ήταν στις σκάλες του υπουργείου και το πολύ σε ένα τέταρτο θα το είχαν υπό τον έλεγχο τους. Από πίσω τους τα γραφεία του ημερήσιου προφήτη είχαν εκκωφαντικά καταρρεύσει, σπέρνοντας σκόνη και αίμα. Τσακισμένα σώματα, κομματιασμένα κεφάλια αριστερά και δεξιά. Την ώρα μάλιστα που η πορεία είχε ήδη κοπεί στη μέση, σε αυτούς που είχαν προλάβει να στρίψουν και σε αυτούς που ακόμα ήταν πίσω από τη γωνία του δρόμου που βρίσκονταν το υπουργείο και τα γραφεία της εφημερίδας. Το χειρότερο μάλιστα ήταν πως και οι δυο μεριές είχαν απώλειες. Άλλη μια επανάσταση είχε αποτύχει λίγο πριν πετύχει. Η Ερμιόνη ένιωθε περίπου σαν τον Σαν Μικέλε. Ή μήπως ακόμα υπήρχε ελπίδα ;



Συνεχίζεται…





*Ένα σχόλιο με αφορμή την πραγματικότητα. Στα βιβλία του Χάρρυ Ποτερ αλλά και στις ταινίες τα ξωτικά παρουσιάζονται με τη μορφή των καμπουριασμένων, με μυτερή μύτη και στρογγυλά μυωπικά γυαλιά φιλάργυρων. Σε αντίθεση, με τον άρχοντα των δαχτυλιδιών και γενικότερα τον κλασσικό μεσαιωνικό τους παρουσιαστικό που είναι σαφώς πιο κομψό ακόμα και κομψότερο πολλές φορές από μια τέλεια ανθρώπινη μορφή. Τα ξωτικά παρουσιάζονται σαν το αρχέτυπο του περιπλανώμενου ιουδαίου. Το κλασσικό αρχέτυπο του ευρωπαϊκού αντισημιτισμού και ρατσισμού από τον 18ο αιώνα ακόμα και από τον 16ο με τα πρώτα πογκρόμ της καθολικής Ισπανίας προς τους σεφαραδίτες ιουδαίους. Στη συνέχεια αυτό το αρχέτυπο πέρασε πολύ όμορφα στα προπαγανδιστικά φυλλάδια της τσαρικής ωχράνας, στη Γαλλία της υπόθεσης Ντρέιφους και  στις ναζιστικές προπαγανδιστικές αφίσες. Οι εβραίοι αποτέλεσαν ήδη από τον 16ο αιώνα τη βάση για το μύθευμα του εσωτερικού εχθρού που χρειάζονταν τα κράτη και οι ηγεμόνες τους για τον περιορισμό της δύναμης των συντεχνιών και αργότερα των επαναστάσεων που θα ακολουθούσαν όπως της μεταρρύθμισης στο μέλανα δρυμό που ουσιαστικά ήταν ήδη υπό εξέλιξη. Κύριος στόχος αυτού του ιδεολογήματος, ήταν η διατήρηση των κατακτήσεων του κινήματος των περιφράξεων και το νέο νομικό οπλοστάσιο για τον καθορισμό της ιδιοκτησίας. Ο αντισημιτισμός είναι η βάση του ευρωπαϊκού ρατσισμού και έχει πολύ βαθιές ρίζες- κυρίως χριστιανικές, μιας και το «επιχείρημα» ότι οι εβραίοι σκότωσαν τον Χριστό μέχρι και σήμερα λειτουργεί στα ευκολόπιστα αυτιά των νοικοκυραίων-. Ο Καπιταλισμός οφείλει πολλά περισσότερα στους Tudors και την βασίλισσα Ισαβέλλα της Ισπανίας όπως και στον χριστιανισμό σε σχέση ακόμα και με τον Άνταμ Σμιθ. Μάλιστα κυρίως λόγω  του ιδεολογήματος του εσωτερικού εχθρού η άρχουσα τάξη κατάφερε να περιορίσουν το «ζωτικό χώρο» των κρατών της και του ελέγχου των κοινωνιών τους. Δεν ισχυρίζομαι πως οι σημερινοί κάτοικοι του Ισραήλ δεν φέρουν εύθυνη για την στήριξη του εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας που κάνει το ΚΡΑΤΟΣ του Ισραήλ στη Γάζα, όπως ευθύνη έχουν και οι κάτοικοι της ναζιστικής Γερμανίας, όπως και οι έλληνες για την θηριωδία της κρατικής μεταναστευτικής πολιτικής από το 80 ήδη. Η κοινοτοπία του κακού κατά Χάνα Άρεντ, δεν είναι κάτι που έγινε κατά λάθος στην νεωτερικότητα και δεν θα ξαναγίνει ή σταμάτησε να γίνεται. Απλώς λέω και υπερασπίζομαι πως όταν γίνεται κριτική στο Ισραήλ με όρους σημιτισμού και αντισημιτισμού και πρωτοκόλλων των σοφών της Σιών, πλησιάζουμε επικίνδυνα στη λογική του  front national της Λεπέν όπου ισλαμοφοβία και αντισημιτισμός πάνε μαζί. Και πάνε μαζί γιατί ο ρατσισμός και o φασισμό έχουν ένα εχθρό και ένα σκοπό σε κάθε τους έκφανση. Εχθρό την εργατική τάξη και σκοπό την διασφάλιση των προνομίων της μεγαλοαστικής.

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Μια διάλεξη για τον έρωτα (ή από μια άλλη οπτική γωνία 3)



Μπήκε στο αμφιθέατρο από την πόρτα που ήταν στο πλάι. Ντυμένη με ένα μπεζ παντελόνι και μια άσπρη πουκαμίσα, με τα δυο πιο πάνω κουμπιά ανοιχτά. Στράφηκε, απευθείας προς τον πράσινο πίνακα, την ώρα που καμιά 30αρια φοιτητές ήταν καθισμένοι ήδη και την περίμεναν. Στο μάθημα της δεν γινόταν σχεδόν ποτέ χάβρα, όλοι ήθελαν να την ακούσουν και ήξεραν μάλιστα, πως θα τους δινόταν και η ευκαιρία να πουν αυτά που θέλουν. Κάθε της μάθημα έμενε στην ιστορία και συζητιόταν για μέρες. Ίσως ήταν η μόνη καθηγήτρια για την οποία υπήρχε αμέριστος σεβασμός. Πήρε λοιπόν, την κιμωλία και έγραψε « έρωτας, love, amour, amore, amor , liebe, amo». Στη συνέχεια γύρισε προς τους φοιτητές της και είπε « Σήμερα θα μιλήσουμε για τον έρωτα» και ακούμπησε στην έδρα που ήταν στο κέντρο του αμφιθεάτρου. 

«Λοιπόν, πρέπει νομίζω όπως κάθε φορά να ορίζουμε για τι πράγμα μιλάμε. Στο συγκεκριμένο η αλήθεια είναι ότι δεν είναι και εύκολο να το ορίσουμε. Η μάλλον είναι πολύ εύκολο αν απαριθμήσουμε ονόματα ή λέγοντας συγκεκριμένες ιστορίες.  Αλλά, δεν θέλουμε αυτό, εμείς ξέρετε πως λειτουργούμε. Τραβάμε μια γραμμή και προσπαθούμε να χωρέσουμε σε αυτή τη γραμμή αυτό που συζητάμε. Βρείτε μου λοιπόν δυο σημεία.» Τρέλα, ομορφιά, τέχνη θάνατος, αγάπη ακούστηκαν από πάνω. Αυτοκτονία είπε κάποιος ποιο ρομαντικός. Τον σταμάτησε η Ερμιόνη και είπε : « αυτοκτονία. Να δοθείς τόσο στον άλλο που στο τέλος να μην αναγνωρίζεις το σώμα σου εκτός αυτού. Καλό. Ας κρατήσουμε το αυτοκαταστροφή καλύτερα για ένα άκρο. Μπράβο, Χερμινάλ. Το άλλο ;» . Να τον σκοτώσεις είπε μια κοπέλα με ξανθά μαλλιά από το βάθος της αίθουσας. Την επιδοκίμασε η καθηγήτρια και πήγε και έγραψε στην άλλη άκρη της γραμμής που χε σχεδιάσει στον πίνακα τη λέξη «μίσος», ας το κάνουμε πιο γενικό είπε. 

« Είδατε που τελικά ο έρωτας δεν είναι και τόσο χαρούμενος. Μάλλον σε έγκλημα μας φέρνει πιο πολύ. Θα μου πείτε δεν είναι χαρούμενος ο κόσμος που ζούμε, γιατί να ναι και ο έρωτας. Μάλλον αυτό είναι ο έρωτας, φόνος. Η διαρκής προσπάθεια να δολοφονήσουμε αυτόν τον παράλογο κόσμο. Σκεφτείτε τον Ρωμαίο και την Ιουλιέττα δεν άντεχαν τον παραλογισμό της έχθρας των δυο οικογενειών τους και αυτοκτόνησαν να γλιτώσουν τους εαυτούς από τούτη τη ματαιότητα. Ο Βέρθερος αντίθετα φάνηκε στον εαυτό ανάξιος του έρωτα του και έτσι σκέφτηκε ότι για να γίνει ο έρωτας κυρίαρχός του κόσμου εκείνος έπρεπε να θυσιαστεί. Σκεφτείτε πόσες φορές δεν μπορείτε να πείτε δυο λόγια στον άνθρωπο που θεωρείται πιο σημαντικό σε αυτό τον κόσμο. Που για εβδομάδες προετοιμάζεται τι θα πείτε εκείνη την κρίσιμη ώρα και ξαφνικά, τα πόδια τρέμουν, τα χέρια ιδρώνουν, η αναπνοή κόβεται και ψελλίζεις κάτι ακαταλαβίστικα πριν σταθείς όρθιος και σηκώσεις όλο το βάρος του κόσμου, όλες της αμαρτίες του κόσμου στους ώμους σου και ορμήσεις να τη φιλήσεις ή να τον φιλήσεις. Σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι αυτό που κάνουμε κάθε μέρα ως άνθρωποι. Να δίνουμε τα πρώτα φιλιά. Τι εμπόδια ξεπερνάμε και σκεφτείτε και λίγο αυτούς που δεν τα κατάφερα και έμειναν με την γεύση της απουσίας στο στόμα και χειρότερα της απώλειας. Πόσο δύσκολο είναι να διαχειριστούν εκείνοι την κατάσταση. Πόσο η απουσία κατατρώει τα σωθικά τους και τους τη ζωή μια κόλαση από την οποία μόνο ο θάνατος τους γλιτώνει ή ένας άλλος έρωτας. Ένας άλλος φόνος. Ο έρωτας είναι φόνος είτε του σάπιου κόσμου όπου ο ίδιος αυτός κόσμος είναι ύβρις στον έρωτα είτε φόνος ενός ανάξιου για το αντικείμενο του έρωτα του, εαυτού.» 

       - Ναι αλλά και κάποιοι βλέπουν τα πράγματα πιο όμορφα όταν είναι ερωτευμένοι. Μυρίζουν τα λουλούδια πιο όμορφα, η μουσική ακούγεται καλύτερα και τα πράγματα μοιάζουν πιο φωτεινά . Είπε ένας νεαρός από τα αριστερά του αμφιθεάτρου, την ώρα που η καθηγήτρια Γκρέηντζερ τον κοίταγε και χαμογέλαγε.

        - Δεν έχεις άδικο. Ο έρωτας ώρες ώρες λειτούργει σαν μεσκαλίνη ή ψιλοκυβίνη. Είναι ψυχοτρόπος. Τονίζονται τα χρώματα, τα ρολόγια λιώνουν και ο χωροχρόνος δεν έχει σημασία. Οι δυο ερωτευμένοι ζουν στο άπειρο δεν αναγνωρίζουν την πραγματικότητα και κατ επέκταση τον εαυτό τους. Η έμπνευση σε αυτό που κάνουν έρχεται πιο συχνά. Οι τέχνες ανθίζουν όταν ο καλλιτέχνης είναι ερωτευμένος. Παίζεις πάντα καλύτερη κιθάρα και πιο συχνά, γράφεις όπως δεν έγραφες ποτέ και σχεδιάζεις μορφές που είναι πιο τέλειες και από το φωτεινότερο λουλούδι ή το πιο χρωματιστό λουλούδι. Ο κόσμος φαίνεται πιο φωτεινός. Αυτό δεν σημαίνει πως ο φόνος δεν ισχύει, άλλωστε οι περισσότερες δολοφονίες προσδοκούν σε κάτι καλύτερο. Ο άνθρωπος ζει αιωνίως με την προσδοκία της αναγέννησης. Είναι το τίποτα που τον ενοχλεί. Παρόλα αυτά, χωρίς καταστροφή δεν έρχεται δημιουργία. Τα πιο φωτεινά αστέρια κρύβουν το χάος μέσα τους είπε ο Νίτσε πριν βρεθούν από τους φυσικούς οι παλμίτες. Ο έρωτας δεν σας είπα πως σταματά στο φόνο, είναι και η δύναμη της αναγέννησης. Ή έστω η προσδοκία αυτής. Του απάντησε εκείνη και συνέχισε: 

« Νοιαζόμαστε για υπερβολικά πολλά όταν είμαστε ερωτευμένοι. Για το πώς θα φερθούμε. Το φέρσιμο είναι μεγάλο ζήτημα για τον ερωτευμένο, οφείλει να εντυπωσιάσει, να γοητεύει και έτσι τελικώς είμαστε πιο κοντά στη φύση από ποτέ, στο γενικό κυνήγι της τελειότητας, την ατομική μας ιστορία εξέλιξης. Και αν δεν πετύχει τι γίνεται ; Λύπη. Η χειρότερη του είδους της. Να νιώθουμε ξένοι από τον εαυτό μας, να τον χάνουμε, να μην τον αναγνωρίζουμε. Τρελαινόμαστε παρατηρούμε τον εαυτό μας σε δυσαναλογία με τον υπόλοιπο κόσμος, δεν ταιριάζουμε σε αυτό που έχουμε στο μυαλό μας σαν μια χωρική ανωμαλία να είμαστε.»

-          Και το σεξ ; φώναξε κάποιος 
-          Τι το σεξ, απάντησε μια κοπέλα 
-          Γεμίζουμε τρύπες και περνάμε καλά. Είπε ένας άλλος με προφανή πρόθεση να προκαλέσει την γενική απέχθεια .  
-          Τι λες μωρέ ; Και οι πλατωνικοί έρωτες ;

Ακούγοντας το αυτό η Ερμιόνη πετάχτηκε για να σταματήσει τη χάβρα που θα δημιουργούνταν αλλά και να βγάλει από το μυαλό των φοιτητών της την νόσο του πλατωνισμού.

« Μην ξανακούσω για τον πρώτο φασίστα της ιστορίας εδώ μέσα. Τι έχουμε πει. Ο φασισμός δεν είναι προνόμιο του 20ου αιώνα. Είναι κάθε επίθεση στην ανθρωπότητα και στον άνθρωπο. Από τον θεό και το αφεντικό μέχρι τον ιδεαλισμό και εν γένει ότι είπε ο παραχαράκτης. Ένας είναι ο κόσμος. Αυτός που ζούνε οι άνθρωποι, είτε μάγοι είτε μαγκλ είτε ημίαιμοι. Όλα τα άλλα είναι εναντίον τους έιτε είναι μητέρες σε μια άγνωστη γη, είτε άγγελοι είτε δαίμονες. Όλα είναι εδώ δίπλα σας δεν βρίσκονται μακριά. Όσον αφορά, το σεξ. Ναι πράγματι προσφορά και ζήτηση τρυπών είναι. Ναι μερικά δάκρυα από κολπικά υγρά και σπέρμα είναι. Άντε και μερικά μόρια σεροτονίνης και ντοπαμίνης παραπάνω. Θέλετε να ακούσετε για καύλα, πιπιλιές, μελανιές χουφτώματα και τη σάρκα που χώνεται τα νύχια σας ή κρατάτε στα χέρια σας. Το ίδιο είναι όλα. Μια γραμμή που ξεκινά από φερομόνες, περνά από κολπικά υγρά και σπέρμα και καταλήγει σε σεροτονινη. Απογοητευτήκατε ; θέλατε κάτι ποιο ρομαντικό; Αλήθεια για να σας ρωτήσω. Όταν βλέπετε το φεγγάρι δεν ξέρετε πως είναι μια ταραγμένη μάζα από σκόνη, χωρίς ατμόσφαιρα, γεμάτο κρατήρες και μετεωρίτες που πέφτουν και σπέρνουν τον τρόμο. Μια γνήσια κόλαση που κάνει απίστευτο κρύο. Τα ξέρετε. Παρόλα, αυτά όταν το κοιτάτε με τον αγαπημένο σας μοιάζει η στιγμή σαν καμία άλλη σε όλη σας τη ζωή. Νιώθετε μια πληρότητα, μια γαλήνη σε όλη σας την ύπαρξη. Αυτό που θέλω να πω είναι πως η σημαντική ερώτηση είναι το γιατί. Συνάμα είναι και η πιο δύσκολη να απαντηθεί. Δεν έχει ποτέ τόση σημασία στη ζωή το πώς και το πότε. Αυτά μπορούν να τα απαντήσουν όλοι. Η περιγραφή περιορίζεται πάντα στα όρια του λόγου. Το κίνητρο και η απόλαυση ανήκουν στα συναισθήματα. Στο βασίλειο του έρωτα για το οποίο μιλάμε. Και εκεί ανήκει και ο έρωτας που ολοκληρώθηκε μέσω της σαρκικής επαφής και ο άλλος που δεν έφτασε ως εκεί. Ακόμα και αυτός που τις μνήμες του χτίσαμε μόνοι μας και φανταστήκαμε τι θα γινόταν αν. Και αυτοί οι έρωτες είναι οι χειρότεροι. Είτε τους χτίσαμε γιατί ζηλέψαμε το αντικείμενο του έρωτα μας που κατείχαμε. Γενικά η ζήλεια περισσότερο είναι δημιούργημα της φαντασίας παρά του υλικού κόσμου. Ή τους χτίσαμε πριν φτάσουμε εκεί και οι στιγμές τους ήταν ήδη εκεί να μας περιμένουν να της νιώσουμε σαν deja vu. Είπαμε πριν, για την έμπνευση. Ο ερωτευμένος ώρες ώρες περπατά στο δρόμο και σκέφτεται τις καλοκαιρινές διακοπές του επόμενου χρόνου και την αλμύρα από το στόμα του πόθου του στα φιλιά πάνω στην άμμο.»

Όλοι την κοίταζαν με προσμονή να πει και άλλα. Να δουν πως θα τέλειωνε την ομιλία της. Τους είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον. Ήταν η θεά τους. Εκείνη έδειχνε ήρεμη . δεν απολάμβανε τη στιγμή, που τους είχε όλους ακόμα μια φορά στα γόνατα της. Δεν έψαχνε για αυτό. Σίγουρα ένιωθε στο μάθημα καλύτερα από ότι σπίτι. Αλλά αναζητούσε εκείνη κάποιον που θα λάτρευε σαν θεό. Και ήταν μια εποχή εκείνη που είχε χάσει κάθε σπιρτάδα. Μια εποχή ανίας και παρακμής χωρίς μια φλόγα να φαίνετε στον ορίζοντα.

Συνέχισε εκείνη. « διέσχισα τον πιο όμορφο από όλους τους δρόμους, αναβάτης σε ένα πουλάρι από σεντέφι , δίχως σέλα, δίχως χαλινάρια… λέει ο Λόρκα. Αυτό είναι ό έρωτας ο μόνος άξιος οδηγός για αυτή τη ζωή. Η μόνη ηθική, η μόνη δικαιοσύνη. Η ελευθερία η ίδια. Είτε είναι η προσμονή. Η απώλεια που στοιχίζει ή η ολοκλήρωση. Έτσι πορευόμαστε. Έτσι φτιάχνουμε μνήμες, έτσι προχωράμε προσπαθώντας να αλλάξουμε τον κόσμο με εκείνη οδηγό και τον έρωτα να κρατά τα χαλινάρια.» . χαμογέλασε και έκανε να τους ευχαριστήσει που την άκουσαν. Εκείνη την ώρα πετάχτηκε ο Χερμινάλ πάλι και της είπε : « Δηλαδή νομίζεις ότι τελειώσαμε με τον έρωτα, πως τα είπες όλα ;». Εκείνη παραξενεύτηκε αλλά και το χάρηκε, καιρό είχε να αντιμετωπίσει κάτι που την αμφισβητούσε, έτσι ανοιχτά.

« Αλίμονο, αν τα είπα όλα. Δεν μπορούμε να τα καλύψουμε όλα. Αν μπορούσαμε να το κάνουμε, θα είχαμε βάλει τον έρωτα σε μια γυάλα σε ένα μουσείο και θα τον κοιτάζαμε σαν έκθεμα. Δεν θα τον βιώναμε. Μακάρι να μην γίνει ποτέ αυτό. Ποτέ δεν μπορούν να ειπωθούν όλα για αυτόν. Το κακό είναι, όμως, πως όσα δεν ειπώθηκαν μας στοιχειώνουν. Είναι εκείνα που δεν λέγονται, ζωντανοί εφιάλτες που μας κάνουν και ιδρώνουμε και παλεύουμε σε μια μαύρη δίνη. Όταν ερωτευόμαστε ποτέ δεν λέμε όσα θέλουμε να πούμε και για αυτό είμαστε επιζώντες. Επιζούμε από ότι χειρότερο έχει να προσφέρει αυτός ο κόσμος. Την ήττα, τον πλήρη παραλογισμό, την τρέλα της απόρριψης και είναι ο αγώνας μας αυτός που πρέπει να συνεχιστεί. Ενάντια στη λήθη. Πιασμένοι από διάφορες μικρές στιγμές. Μικρές οικειότητες. Ένα δυο αγγίγματα, γέλια και εκδρομές, τραγούδια που λέμε μεθυσμένοι, αναπνοές, φιλιά. Είναι ένας αγώνας για να μην μας σκοτώσει, ο παραλογισμός αυτού του κόσμου. Πρέπει πρώτοι να διαπράξουμε τον φόνο. Η αναγέννηση μας καλεί, αλλά πρώτα πρέπει να γκρεμίσουμε και μετά να χτίσουμε πάνω στα ερείπια της ασχήμιας. Η μόνη ηθική απέναντι στον έρωτα, είναι η ελευθερία. Η μόνη ηθική στάση απέναντι στον νέο κόσμο που έρχεται, η επανάσταση. Και το μόνο που αξίζει στον παλιό, ο φόνος.»


Συνεχίζεται...