Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Ο έρωτας ως αλήθεια


Υπάρχει πάντα αυτή η δυσκολία να αναλύσεις τον έρωτα σε όλα αυτά που είναι. Αν ξεκινήσεις με όλη την ρομαντική διάθεση να τον ορίσεις ως κάτι απόλυτο, έναν ολοκληρωτικό έρωτα, το συνηθέστερο είναι να καταλήξεις σε μια απαισιόδοξη θεολογία που περιλαμβάνει φόνους και αυτοκτονίες. Άλλωστε η παγκόσμια λογοτεχνία έχει μεγαλουργήσει πάνω στο συγκεκριμένο (βλ. Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Βέρθερος). Αν πάλι προσπαθήσεις να σαι κάπως κυνικός και να θεωρήσεις ότι είναι μια κάποιου είδους εξελικτική διαδικασία με στόχο την αναπαραγωγή του είδους, δεν μπορείς σε καμία των περιπτώσεων πρώτα και κύρια να δικαιολογήσεις τον ηδονισμό του αλλά και την ψυχική κατάρρευση, όχι απαραίτητα στην ερωτική απογοήτευση αλλά ακόμα και όταν βρίσκεσαι μπροστά στο αντικείμενο του πόθου σου, πόσο μάλλον την νέα ζωή που νιώθεις να αναβλύζει μέσα σου καθώς είσαι ερωτευμένος, πως τα χρώματα είναι πιο φωτεινά, πως περνάς καλύτερα με τους φίλους σου και πόσο καλύτερη παρέα γίνεσαι εσύ για τους άλλους. Με λίγα λόγια πως γίνεσαι άνθρωπος. Στο παρόν κείμενο θέλουμε να αποδείξουμε πως ο έρωτας στην τελική είναι που μας κάνει ανθρώπινους.


Ο Ρεμπώ γράφει : Πρέπει να ξαναεπινοήσουμε τον έρωτα, αυτό το ξέρουμε. Ναι όντως το ξέρουμε. Το γνωρίζει ο καθένας μας. Ακόμα και εκείνος που την μέρα του αγίου Βαλεντίνου τρέχει να αγοράσει κάποιο αρκουδάκι ή ακόμα και άνθρωποι σαν τον γράφοντα που θεωρούν τον άγιο Βαλεντίνο κάποιου είδους οργανωμένο σχέδιο απόσπασης χρημάτων. Και δεν είναι τόσο αυτό το πρόβλημα με τον Βαλεντίνο όσο η ίδια η ιδέα του σχεδίου. Σχέδια και οδηγοί πορείας δεν μπορούν να υπάρξουν στον έρωτα παρά σε μια αλλοτριωμένη μορφή του. Στον κανονικό, εκείνου του Ρεμπώ πορεύεσαι χωρίς ασφάλεια και μοναδικός οδηγός συνηθέστερα είναι οι συσπάσεις στο κορμί του άλλου.  Άραγε είναι δυνατόν στον σημερινό μονοδιάστατο άνθρωπο που έχει αλλοτριωθεί εξ ορισμού από το καπιταλιστικό σύστημα και πόσο μάλλον ακόμα χειρότερα στη σημερινή ολοκληρωτική του διάσταση να μπορεί ο άνθρωπος να ερωτευτεί ;

Νομίζω η απάντηση σε αυτό είναι πως σε κάθε εποχή ο άνθρωπος ερωτεύεται και γνωρίζει τον έρωτα με απόλυτο τρόπο υπό ορισμένες συνθήκες. Δεν είναι ίδιον του σημερινού μονοδιάστατου ατόμου η απομάκρυνσή του από τον έρωτα και ο πόνος που νιώθει τη στιγμή που αγγίζει αυτό το αρχέγονο είδος έρωτα. Η πρώτη λέξη του πρώτου έργου στην λεγόμενη δυτική λογοτεχνία που τολμά να περιγράψει έναν έρωτα, είναι μήνιν. Είναι οργή. Ο Όμηρος λοιπόν, ο Σαίξπηρ και όλες εκείνες οι ιδιοφυΐες είχαν αναγνωρίσει το βασικό συστατικό του έρωτα. Την άρνηση. Την άρνηση της υποταγής στο υφιστάμενο καθεστώς ακόμα και στον υφιστάμενο τρόπο οργάνωσης της καθημερινότητας. Ο έρωτας είναι εξαίρεση. Σαν τον άνθρωπο, μιας και ο άνθρωπος είναι εξαίρεση. Η διαφύλαξη αυτής της άρνησης του έρωτα είναι που μας κάνεις ανθρώπους. Η οργή, ο θυμός και ο πόνος είναι ότι πιο ανθρώπινο έχουμε και ανταμοιβή αυτής της ανθρωπινότητας, η καλύτερη ζωή της υπόσχεσης του έρωτα.

Μιας και όπως ήδη είπαμε από την εισαγωγή, αναγνωρίσαμε πως στον έρωτα υπάρχει και η ανταμοιβή του ρίσκου, της άρνησης που περιγράψαμε. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τρία στάδια στον έρωτα. Εκείνο της άμεσης εμπειρίας πριν τη σύναψη της ερωτικής σχέσης. Αυτό της υπόσχεσης και τέλος εκείνο της άμεσης εμπειρίας στην διάρκεια της ερωτικής σχέσης. Ενώ ταυτόχρονα μπορούμε να αναγνωρίσουμε και τρείς ερωτευμένους εαυτούς. Συνηθέστερα στην ψυχολογία περιγράφονται δύο εαυτοί, ο ατομικός και ο κοινωνικός. Η καινοτομία του έρωτα είναι πως εισάγει και έναν ερωτευμένο εαυτό ο οποίος έχει αμεση διάδραση με τον άλλο. Το υποκείμενο που ενσαρκώνει την ερωτική κατάσταση.

Στην πρώτη φάση εκδηλώνονται διάφορες περίεργες παθολογικές καταστάσεις όπως ο φόβος να πεις το οτιδήποτε σε εκείνη που έχεις ερωτευτεί, αυτό το κλασσικό συναίσθημα ότι έχουν κοπεί τα πόδια σου από τα γόνατα ή το άλλο χιλιοειπωμένο συναίσθημα με τις πεταλούδες στο στομάχι. Όμορφη περίοδος, όχι τόσο για τον φόβο και τον τρόμο που προκαλεί όσο για την δημιουργία ενός ατομικού εαυτού πιο σφυρηλατημένου απέναντι στις δυσκολίες, με παράλληλη θέληση για εξέλιξη και ακριβώς εκείνο που περιγράφαμε πριν περί διαφύλαξης του αρνητισμού. Οργής για έναν κόσμο που δεν προσφέρει όσα αξίζει το άτομο με το οποίο είμαστε ερωτευμένοι. Εδώ είναι και η αρχή αυτού του εξαρτώμενου ερωτευμένου εαυτού που τον βλέπουμε να εξελίσσεται στον κυρίαρχο εαυτό. Όταν δεν μπορείς να ξεχάσεις το πρόσωπο της, όταν εκείνη φαίνετε πεντάμορφη και εσύ το τέρας στα δικά σου μάτια, όταν προσέχεις πως πιάνει τα μαλλιά της και όλη σου η προσοχή καρφώνεται στην μικρότερη λεπτομέρεια πάνω της που για σένα μοιάζει να ναι ολάκερος ο κόσμος. Ένας κακός κόσμος να απορροφάται σε μια γκριμάτσα της και ένας όμορφος νέος να γεννάτε από το χαμόγελο της και τον τρόπο που τα μάτια της λάμπουν. Ενώ τέλος ο κοινωνικός σου εαυτός είναι μια διαρκής αντίφαση, μια συνεχής οργή για την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και ταυτόχρονα μια διαρκής χαρά για τον κοινωνικό σου περίγυρο και τις μικρές χαρές ενός πλανήτη που ξέμειναν εκτός καθημερινότητας σαν τις βόλτες στην παραλία ή την θέα από έναν λόφο.

Η υπόσχεση της ανταμοιβής του ρίσκου του ολοκληρωτικού έρωτα είναι η ανάγκη για αυτόν τον αρνητισμό. Είναι μια δημιουργική ανάγκη. Είναι η υπόσχεση για μια ζωής μαζί της και η δημιουργία ενός ανθρώπου πιο ανθρώπινου από τον προηγούμενο. Ενός κόσμου καλύτερου. Είναι η υπόσχεση για έναν ατομικό εαυτό βουτηγμένο στον ηδονισμό που προσφέρουν οι στιγμές μαζί της. Ενός εαυτού εξαρτημένου από τις θελήσεις και τις χαρές που προσφέρει εκείνη. Το χαζό χαμόγελο σου όταν την βλέπεις να έρχεται από μακριά. Ο ίδιος ο έρωτας που διακρίνεται στο δικό της χαμόγελο. Η αγρύπνια δίπλα της όταν κοιμάται, να προσπαθείς να ανακαλύψεις τα όνειρα της και τις επιθυμίες της. Τέλος η υπόσχεση για έναν κοινωνικό εαυτό, που παύει να ναι εαυτός. Γίνεται δυάδα, ζευγάρι με έναν κοινωνικό περίγυρο που αυτή η δυάδα κάνει χαρούμενο, ευτυχισμένο. Ο κοινωνικός εαυτός απορροφάται από τον εξαρτημένο και αναγεννάτε σε ένα δίπολο χαρακτηριστικών και των δύο εραστών.

Η άμεση εμπειρία της ερωτικής σχέσης είναι η πραγμάτωση αυτής της υπόσχεσης. Ένα πρελούδιο καταιγιστικών συναισθημάτων που βυθίζουν τον ατομικό εαυτό σε μια δίνη σκέψεων, εμπειριών, απολαύσεων αλλά και απαισιόδοξων συναισθημάτων όπως ο φόβος της απώλειας της σχέσης αυτής, οι τσακωμοί και πολλές φορές οι χωρισμοί. Το αίσθημα ότι η οργή δεν ήταν αρκετή. Να σταματάς να σαι άνθρωπος και να νιώθεις άδειος με την τελευταία φούγκα να μοιάζει δελεαστική. Όσο διαρκεί όμως ο εξαρτημένος εαυτός σε ωθεί στην πλήρη αναγνώριση αυτής της ανθρωπινότητας. Άνθρωποι είναι οι εραστές εκείνοι που όταν πιάνει ο ένας το χέρι του άλλου τα χρώματα μοιάζουν περισσότερα, όταν φιλιούνται παύει να υπάρχει χώρος και χρόνος έξω από τα όρια των κορμιών τους, όταν χαζεύουν κάποια ανατολή είναι σαν να χαζεύουν την ανατολή ενός ολόκληρου γαλαξία, όταν περπατάνε πλάι, η ομορφότερη μουσική του κόσμου ακούγεται, όταν χορεύουν ο κόσμος αυτός ο άδικος, ο άσχημος καταρρέει, όταν μιλούν ξυπνάνε από τον ύπνο τους τα άνθη, η άνοιξη έρχεται να κάνει ότι κάνει στις κερασιές και τα τριαντάφυλλα αποκτούν τη μυρωδιά της, μπαίνουν μαζί σε μια βάρκα και πλέουν σε ένα ποτάμι από άστρα, πηδάνε από πλανήτη σε πλανήτη και χαζεύουν το μωβ των νεφελωμάτων, κόβουν πορτοκάλια από τους κήπους τις Εδέμ και ζωγραφίζουν αγγέλους στο χιόνι, κολυμπάμε σε μια θάλασσα από γιασεμί και μένουν γυμνοί σε μια παραλία στο τέλος του κόσμου που έκτισαν παρέα. Γιατί αν έκτιζαν έναν νέο κόσμο ξέρεις ότι θα άρχιζε από ένα πανί προβολής που θα δείχνε μια γαλλική ταινία και θα τελείωνε σε κάποια παραλία.

Τελικά τι είναι ο έρωτας, αν δεν είναι όλη η ζωή μαζί ; Αφού δεν μπορούμε να βρούμε τα συστατικά από τα οποία αποτελείτε γιατί να τον φιλοσοφούμε, άλλωστε μοιάζει τόσο αυτονόητος. Το κάνουμε για να προχωρήσουμε. Είναι το καλύτερο εργαλείο που έχουμε για να βλέπουμε την αλήθεια. Είναι παράλληλα και ο ίδιος αλήθεια. Γνωρίζουμε τον κόσμο και θέλουμε να τον καταστρέψουμε. Βλέπουμε τον μονοδιάστατο άνθρωπο και θέλουμε να ξαναεπινοήσουμε τον άνθρωπο. Αν ο έρωτας δεν είναι ανθρώπινος τότε εμείς δεν είμαστε άνθρωποι και η αλήθεια είναι πως δεν ζούμε σε έναν κόσμο που μπορούμε να είμαστε άνθρωποι. Τον γκρεμίζουμε και ο νέος ξεκινά τη στιγμή που φιλιόμαστε και στο βάθος ακούγεται : «C'est tellement simple, l'amour».

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Έγινε ο έρωτας λέξη




Το ξέρω πως κανείς μονάχος πορεύεται στον έρωτα,
μονάχος στη δόξα και στο θάνατο

Γ. Ρίτσος, Η σονάτα του σεληνόφωτος

Είναι εδώ, στον κόσμο ετούτο, σε αυτήν την πόλη
την πόλη που περπατάς εσύ. Εδώ είναι όμορφος ο κόσμος.
Όταν ο ήλιος κάνει χρυσά τα καστανά μαλλιά σου και η νύχτα τα σκουραίνει
όταν ξεφυσάς από την κούραση και την ζέστη, δυσφορείς
και ύστερα χαμογελάς, για να χαθεί αυτός που σε κοιτά
να φύγει από αυτόν τον κόσμο. Να ζήσει στην ουτοπία σου.

Μου φαίνετε βουνό να σου μιλήσει κάποιος.
Για ότι ένιωσε, για ότι φοβήθηκε να σου πει.
Ξανά και ξανά την ώρα που η μορφή σου φαινόταν από μακριά.
Την μέρα σαν όλο το αιώνια γυναικείο να φέγγει από τις φλέβες σου.
Την νύχτα τα αστέρια να κρύβονται στη θέα σου
και η πανσέληνος ισότιμη.

Γιατί να σαι αυτή που είσαι ;
Αυτή που πάντα ήσουν, εκεί, σε τόσες στιγμές.
Προσπαθώ να μοιράσω το φόβο. Εκείνο το δέος μπροστά σου.
Τα γόνατα που τρέμουν κάθε φορά
και η καρδιά που γυρίζει σε χρόνους παιδικούς

Να θυμίζεις συνέχεια,
στιγμές, που έσμιγαν τα δάκτυλα
την προσμονή για ένα φιλί
κοινωνός μια νέας υπόσχεσης,
μιας νέας ζωής
κάθε φορά που με κοίταζες.

Το γνωρίζω ότι ο έρωτας είναι πόνος.
Είναι και η ζωή μας πόνος.
Δάκρυα υποσχέθηκες,
αυτό είναι το μόνο που ζητώ.
 Η αγάπη είναι ένα ψέμα,
αυταπάτες για άλλους πιο τυχερούς.

Ο έρωτας είναι εγωισμός και ας του δίνει μορφή το άλλο
οι περίεργες κινήσεις του, οι σκέψεις του και…
Εκείνη που κάθεται πάνω από το γραφείο.
Σε κάθε στιγμή και ας μην είναι εκεί.
Η φωτογραφία της είναι ζωντανή στο μυαλό σου
και αυτή θα ναι πάντα δίπλα.

Στα όνειρα σου, στις σκέψεις σου τις πρωινές
την ώρα που φτιάχνεις καφέ,
εκεί να θυμίζει μια παράλληλη ζωή…
Που θες να ζήσεις, που δεν έζησες.
Δεν ζεις χωρίς αυτή.
Ο έρωτας είναι θάνατος.

Το φιλί της η ανάσταση.
Οι σκέψεις της ηδονή.
Οι επιθυμίες σου, τα αστέρια που κοιτάγατε μαζί

Μια μουσική παίζει στο βάθος,
φεγγαρόσκονη η ομορφιά σου
και ένας άχρονος γαλαξίας, οι στιγμές μαζί σου.

Περπατάμε μαζί στ αστέρια
με τον κόσμο από κάτω να μας ζηλεύει
και νιώθω να σβήνουν τα άστρα
και να πεθαίνω μόνος, παρέα με το φόβο.
Πως δεν σου μίλησα ποτέ.
 Δεν είπα αυτά που έπρεπε να πω,
σαν προσευχή κάθε φορά που σε κοιτούσα,
στην θεότητα σου, στα μάτια σου και στο χαμόγελό σου.

Να κραυγάζω κάθε φορά για τον έρωτα.
Να χάνω, να νιώθω στο πετσί μου την ήττα.
Να κερδίζεις συνεχώς εσύ.
Να ρίχνω την πόρτα του τελευταίου οχυρού.
Να μένει η απώλεια, η μοναξιά, ο φόβος
παλιοί παγεροί χειμώνες.

Έγινε ο έρωτας λέξη,
λέξη που έχασε το νόημα της,
σταμάτησε να θυμίζει εσένα.
Και όταν της ξαναέδωσε νόημα
ήμουν ήδη αμετάκλητα νεκρός.
Πάρε με, μαζί σου

Στάσου μην φεύγεις